- θεσπιζόμενα
- θεσπίζωprophesypres part mp neut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θεσπιζομένας — θεσπιζομένᾱς , θεσπίζω prophesy pres part mp fem acc pl θεσπιζομένᾱς , θεσπίζω prophesy pres part mp fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
повелѣныи — (361) прич. страд. прош. 1.Прич. страд. прош. к повелѣти в 1 знач.: тамо ѡбою вести повелѣно ѥмѹ бы(с). (προσετέτακτο) ЖФСт к. XII, 137 об.; шьдъ же архиди˫аконъ ˫ако и повелѣно ѥмѹ бысть. надъ гробъмь брата прочьте хартию. имѹщюю мл҃твѹ. КЕ XII … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Άμεσα εκλεγμένο κοινοβουλευτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.), από το 1979. Αποτελείται από 626 μέλη που κατανέμονται σύμφωνα με τη συνθήκη: Γερμανία 93, Γαλλία 87, Ιταλία 87, Μεγάλη Βρετανία 87, Ισπανία 64, Ολλανδία 31, Βέλγιο 25, Ελλάδα … Dictionary of Greek